Όταν ήταν ο αγιος Παΐσιος 15 χρονών κάποιος άθεος τόν τάραξε λέγοντας του ότι ο Χριστός δεν είναι Θεός.
” Παραδέχομαι” τού είπε, ” ότι ο Χριστός ήταν ένας σπουδαίος άνθρωπος, δίκαιος, ενάρετος, τόν οποίο μίσησαν από φθόνο, για την αρετή του και τόν καταδίκασαν οι συμπατριώτες του, αλλά δεν ήταν Θεός”. Κλονίστηκε τότε και είπε : “. Θα πάω να προσευχηθώ, και αν ο Χριστός ειναι Θεός, θα μού παρουσιαστεί να πιστέψω. Μία σκιά μία φωνή, κάτι θα μού δείξει “. Προσευχηθηκε στο εξωκλήσι τής Αγιας Βαρβάρας επί ώρες χωρίς αποτέλεσμα.
Τότε θυμήθηκε τά λόγια του άθεου ότι ο Χριστός ήταν δίκαιος κ.τ.λ. και έκανε την εξής σκέψη. : Αφού είναι τέτοιος και άνθρωπος να ήταν αξίζει να τόν αγαπήσω, να τόν υπακούσω και να θυσιαστώ για αυτόν.. Δεν θέλω ούτε παράδεισο ούτε τίποτα. Για την αγιότητα του και τήν καλοσύνη του αξίζει κάθε θυσία.
Αυτό ήταν!!!!
Τήν ίδια στιγμή από την εικόνα του τέμπλου τού εμφανίστηκε ολοζώντανος ο ίδιος ο Χριστός μέσα σε υπερκόσμιο φως και του είπε : “. Εγώ ειμί ή ανάστασις και ή ζωή. Ο πιστεύων εις εμέ κάν αποθάνει, ζήσεται” (Ιω. ια’ 25 – 26). Το συγκλονιστικό θαύμα έγινε καθοριστικό για την υπόλοιπη ζωή του.