ΦΩΝΗ ΚΥΡΙΟΥ. Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ [Β´ Τιμ. γ´ 10/15] 9Φεβρουαρίου 2025

Μετάφραση τῆς Ἀποστολικῆς περικοπῆς
Παιδί μου Τιμόθεε, ἐσύ ὅμως ἔχεις παρακολουθήσει τή διδασκαλία μου, τή συμπε-
ριφορά μου, τούς στόχους μου, τήν πίστη μου, τή μακροθυμία μου, τήν ἀγάπη,
τήν ὑπομονή μου, τούς διωγμούς μου, τά παθήματα, ὅπως ἐκεῖνα πού μοῦ
συνέβησαν στήν Ἀντιόχεια, στό Ἰκόνιο, στά Λύστρα. Τί διωγμούς ὑπέφερα! Καί
ἀπό ὅλους μέ γλίτωσε ὁ Κύριος. Ἔτσι καί ὅλοι ὅσοι θέλουν νά ζήσουν μέ εὐσέβεια
κατά Ἰησοῦν Χριστόν, θά διωχθοῦν. Ἐνῶ πονηροί ἄνθρωποι καί ἀπατεῶνες θά
προχωρήσουν πρός τό χειρότερο, ἐξαπατώντας τούς ἄλλους καί ἐξαπατώμενοι οἱ
ἴδιοι. Ἐσύ ὅμως νά μένεις σταθερός σ᾿ αὐτά πού ἔμαθες καί γιά τά ὁποῖα βε-
βαιώθηκες, ἀφοῦ ξέρεις ἀπό ποιόν τά ἔμαθες, καί διότι γνωρίζεις τήν Ἁγία Γραφή
ἀπό μικρό παιδί, πού μπορεῖ νά σοῦ μεταδώσει τή σοφία πού ὁδηγεῖ στή σωτηρία
μέ τήν πίστη πού διδάσκει ὁ Ἰησοῦς Χριστός.
(Ἀπό τή νέα ἔκδοση: Ἡ Καινή Διαθήκη, τό πρωτότυπο κείμενο μέ νεοελληνική ἀπόδοση
τοῦ ὁμοτ. καθηγ. Χρ. Βούλγαρη, ἔκδ. ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΚΟΝΙΑΣ)

Η ΚΟΣΜΙΚΗ ΚΑΙ Η ΚΑΤΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΟΦΙΑ
Ἀνοίγει σήμερα ἡ περιεκτικότατη περίοδος τοῦ Τριωδίου, κατά τήν
ὁποία προσκαλούμαστε σέ πορεία ἐνδοσκόπησης καί αὐτοκριτικῆς, πού
θά μᾶς ὁδηγήσει στήν καλύτερη γνώση τοῦ ἑαυτοῦ μας καί στήν ἀρτιό-
τερη βίωση τῶν θείων γεγονότων, πού θά ἀκολουθήσουν. Ἡ Ἐκκλησία
μας, τούτη τήν περίοδο, μέ στοχευμένα ἁγιογραφικά ἀναγνώσματα, μᾶς
βοηθᾶ καθοριστικά στήν ἐπίτευξη τῶν ὡς ἄνω πνευματικῶν στόχων.
Στή λογική αὐτή κινεῖται καί τό ἁγιογραφικό ἀνάγνωσμα πού ἀκούσα-
με σήμερα, στό ὁποῖο ὁ ἀπόστολος Παῦλος προσφέρει στόν Τιμόθεο
ὑποθῆκες πνευματικῆς ζωῆς, πού μᾶς ἀφοροῦν ὅλους. Μεταξύ τῶν
ἄλλων, τοῦ ἐπισημαίνει νά μήν ξεχνᾶ ποτέ ὅτι ἀπό τή βρεφική του ἡλικία
γνώρισε καί διδάχθηκε τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ, πού μπορεῖ νά τόν κάνει σο-
φό, ὁδηγώντας τον στήν «εἰς Χριστόν σωτηρία».
Ἡ ἀξία τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ
Τό πρῶτο πού παρατηροῦμε εἶναι πώς ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ μπορεῖ νά κα-
ταστήσει τόν ἄνθρωπο σοφό καί νά τόν ὁδηγήσει στήν τελείωσή του.
Τό ἀποστολικό αὐτό ἀξίωμα ἀντίκειται στήν κοσμική ἀντίληψη περί σο-
φίας. Αὐτή προβάλλει ὡς σοφούς, ἀνθρώπους πού διακρίνονται γιά τόν
ὑψηλότατο δείκτη νοημοσύνης τους, τίς σπουδαῖες ἐπιστημονικές τους
δεξιότητες, τίς ἐξαιρετικές ἐπιδόσεις τους στήν τέχνη, στή φιλοσοφία
καί ἄλλους τομεῖς. Ὁ κόσμος ἀποδέχεται τά πρόσωπα αὐτά ὡς σοφά, πού
συχνά προβάλλονται ἀπό τά κοσμικά συστήματα ἐπικοινωνίας σέ ὑπερβο-
λικό βαθμό, ὥστε νά ἐπιβληθοῦν ὡς τέτοια.
Ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ
Στήν ἐκκλησιαστική ἀντίληψη, ἡ σοφία προέρχεται ἄνωθεν. Διαχέε-
ται στούς ἀνθρώπους, ἀσχέτως τοῦ μορφωτικοῦ τους ἐπιπέδου ἤ τοῦ βαθμοῦ τῆς ἀναγνωρισιμότητάς τους. Ἡ ὄντως σοφία τοῦ Θεοῦ ταυτί-
ζεται μέ τό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος, κατά τόν Μέγα Βα-
σίλειο, εἶναι ἡ αὐτοσοφία, πράγμα πού σημαίνει ὅτι σοφός εἶναι ἐκεῖνος
πού τελειοποιεῖται διαρκῶς, μετέχοντας στή ζωή τοῦ Χριστοῦ, καθ’
ὅσον ὁ Χριστός εἶναι ἡ σοφία.
Στήν Παλαιά Διαθήκη βλέπουμε ὅτι ἡ σοφία ἦταν συνδεδεμένη μέ
τήν ἔννοια τοῦ Θεοῦ. «Ἀρχή σοφίας φόβος Κυρίου», διακήρυττε ὁ Δα-
βίδ. Ὁ ἀληθινά σοφός σέβεται καί πιστεύει στόν Θεό, υἱοθετεῖ τίς ἐντο-
λές Του, συναισθάνεται ὅτι, ἀπό μόνος του, εἶναι ἀνίκανος νά κατακτή-
σει ὁτιδήποτε, ἀλλά ὀφείλει καί ἐξαρτᾶ τά πάντα ἀπό τήν ἀπόλυτη θεϊκή
σοφία. Ἡ ἀντίθετη στάση, πού ἀρνεῖται τήν ὕπαρξη καί τή μεγαλοσύνη
τοῦ Θεοῦ, προκαλεῖ ἀλαζονεία καί ἐξαίρει μεμονωμένα τήν ἀνθρώπινη
νοημοσύνη. Διαμορφώνει μία περί σοφίας ἀντίληψη, πού καθίσταται ἐπι-
κίνδυνη, αὐτοκαταστροφική καί ἐπισφαλής, μπορεῖ πρόσκαιρα νά προ-
καλεῖ τόν θαυμασμό, ἀλλά στά μάτια τοῦ Θεοῦ φαντάζει ὡς ἡ ἀπόλυτη
ἀνοησία, καθότι «ἡ σοφία τοῦ κόσμου τούτου, μωρία παρά τῷ Θεῷ ἐστί»
(Α΄ Κορ. 3,19).
Μέ ἀγαθότητα καί ἀγάπη
Ὁ ὅσιος Ἰουστίνος Πόποβιτς ἔλεγε ὅτι «μέ τή νοημοσύνη καί χωρίς
τήν ἀγαθότητα καί τή στοργή ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἴδιος ὁ διάβολος… ὁ
διάβολος εἶναι ἡ μεγάλη νοημοσύνη, χωρίς ἴχνος ἀγαθότητας καί ἀγά-
πης. Ὅμως καί ὁ ἄνθρωπος τό ἴδιο εἶναι, ὅταν δέν ἔχει καλοσύνη καί
ἀγάπη. Ὁ νοήμων ἄνθρωπος, χωρίς καλοσύνη καί συμπόνια, εἶναι κόλα-
ση γιά τή στοργική ψυχή μου, γιά τήν πικραμένη καρδιά μου, γιά τά ἄκα-
κα μάτια μου, γιά τό ταπεινό εἶναι μου. Ἀπ’ τήν ψυχή μου μία μόνο ἐπι-
θυμία ἀναβλύζει: νά μή ζήσω οὔτε σέ τοῦτον, οὔτε καί σ’ ἐκεῖνον τόν κόσμο πλάϊ σέ ἄνθρωπο, πού εἶναι μόνο νοήμων, ἐνῶ δέν ἔχει καλοσύνη
καί σπλαχνική στοργή. Μόνο τότε ἀποδέχομαι τήν ἀθανασία καί τήν αἰω-
νιότητα».
Βλέπουμε πόσο διαφορετικά ἀντιλαμβάνονται τά πράγματα ὁ κόσμος
καί ἡ Ἐκκλησία. Ἡ πίστη μας δέν ἀρνεῖται τή σοφία καί τή γνώση. Ἀνα-
δεικνύει, ὅμως, τήν ἀληθινή τους ἀξία στή λογική τοῦ Εὐαγγελίου καί
στή ζωή τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ὄντως σοφία τοῦ Θεοῦ ἐπιτυγχάνεται διά τῆς
συνεχοῦς μελέτης τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, τῆς πίστεως στόν Χριστό καί
τῆς ἀγάπης πρός τόν Θεό καί τούς ἀνθρώπους. Αὐτή ἡ σοφία μᾶς καθι-
στᾶ ἀληθινούς ἀνθρώπους, δίνει νόημα στήν παροῦσα ζωή καί ἀνοίγει
τόν δρόμο γιά τήν αἰωνιότητα, τήν ὁποία εἴθε ὅλοι νά κατακτήσουμε.
Γένοιτο!
Ἀρχιμ. Ἐ. Οἰκ.ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΔΙΑΚΟΝΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ.

Εὐαγγέλιο Κυριακῆς

Κυριακὴ Τελώνου καὶ Φαρισαίου – Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 9 Φεβρουαρίου 2025

Eἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύ­την· ἄνθρωποι δύο ἀνέ­βησαν εἰς τὸ ἱερὸν προσεύ­ξασθαι, ὁ εἷς Φαρισαῖος καὶ ὁ ἕτερος τελώνης. ὁ Φαρισαῖος στα­θεὶς πρὸς ἑ­αυτὸν ταῦ­τα προσ­ηύχετο· ὁ Θεός, εὐχαριστῶ σοι ὅτι οὐκ εἰμὶ ὥσπερ οἱ λοιποὶ τῶν ἀν­θρώπων, ἅρπαγες, ἄδι­­κοι, μοιχοί, ἢ καὶ ὡς οὗτος ὁ τελώνης· νηστεύω δὶς τοῦ σαββάτου, ἀποδεκατῶ πάν­τα ὅσα κτῶμαι. καὶ ὁ τελώνης μακρόθεν ἑστὼς οὐκ ἤθελεν οὐδὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς εἰς τὸν οὐ­ρανὸν ἐπᾶραι, ἀλλ᾿ ἔτυπτεν εἰς τὸ στῆθος αὐτοῦ λέ­γων· ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ. λέ­γω ὑμῖν, κατέβη οὗτος δε­δικαι­ω­μένος εἰς τὸν οἶ­κον αὐτοῦ ἢ γὰρ ἐκεῖ­νος· ὅτι πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψω­θήσεται.

Μὲ τὴ σημερινὴ Κυριακὴ «τοῦ Τελώνου καὶ τοῦ Φαρισαίου» ἀρχίζει τὸ εὐλογημένο Τριώδιο· ἡ μακριὰ αὐτὴ περίοδος τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους, ἡ ὁποία ἑτοιμάζει τὴν ψυχή μας γιὰ νὰ ἑορτάσουμε τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Τὴν κατανυκτικὴ αὐτὴ περίοδο ἡ Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ σὲ περισσότερη προσευχή, πλουτίζει δὲ τὶς ἱερὲς ἀκολουθίες της, ὠθώντας μας σὲ βαθύτερη ἐξέταση τοῦ ἑαυτοῦ μας καὶ θερμότερη ἐπικοινωνία μὲ τὸν Θεό.Στὴ διδακτικότατη παραβολὴ ποὺ ἀ­κούσαμε στὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο, ὁ Κύριος μᾶς περιέγραψε ὅτι δύο ἄνθρωποι, ἕνας Φαρισαῖος κι ἕνας τελώνης, ἀνέβηκαν στὸν Ναὸ γιὰ νὰ προσευχηθοῦν. Ὁ Φαρισαῖος θεωροῦσε τὸν ἑαυτό του πιστὸ τηρητὴ τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου, ἀνώτερο ἀπὸ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Γι᾿ αὐτὸ καὶ μὲ ἀέρα ἀπαριθμοῦσε τὶς νομιζόμενες ἀρετές του: Ἐγὼ δὲν εἶμαι ὅπως οἱ ἄλλοι, κλέφτες, ἄδικοι, ἀνήθικοι, οὔτε σὰν κι αὐτὸν ἐκεῖ τὸν τελώνη. «Νηστεύω δὶς τοῦ σαββάτου, ἀποδεκατῶ πάντα ὅσα κτῶμαι». Τηρῶ αὐστηρὰ τὶς νηστεῖες, δίνω ἐλεημοσύνες. Εἶναι σὰν νὰ ἔλεγε· εἶμαι τέλειος!
Τὰ λόγια τοῦ Φαρισαίου προκαλοῦν ἴσως ἀπέχθεια καὶ ἀποστροφή. Ἂν ἐξετάσουμε ὅμως τὸν ἑαυτό μας, θὰ δοῦμε ὅτι κάποτε κι ἐμεῖς μπορεῖ νὰ φερθοῦμε ἀντίστοιχα στοὺς γύρω μας. Εὔκολα δηλαδὴ μπορεῖ νὰ τοὺς κατακρίνουμε γιὰ τὶς ἀδυναμίες τους, νὰ τοὺς καταδικάσουμε γιὰ τὶς ἐπιλογές τους, νὰ τοὺς κατηγορήσουμε γιὰ τὰ λάθη τους, λησμονώντας τὰ ἁμαρτήματά μας καὶ θεωρώντας ὅτι ἐ­μεῖς εἴμαστε ἄμεμπτοι, ἀλάνθαστοι, τέλειοι.Ἂς προσέξουμε καλά! Ὅποιος ἔχει τὴ φαρισαϊκὴ αὐτὴ ἔπαρση καὶ δὲν ἔχει συντριμμένη καρδιά, ἀκόμη κι ἂν κάνει θαύματα καὶ ἀνασταίνει νεκρούς, «οὗτος κλέπτεται ὑπὸ τῆς κακίας καὶ οὐκ οἶδε», «σκεῦός ἐστι τῆς πλάνης καὶ τοῦ διαβόλου» (Φιλοκαλία 7, 272), τονίζει ὁ ὅσιος Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος. Τὸν ἄνθρωπο αὐτὸ τὸν ἔχει ἐξαπατήσει ἡ κακία καὶ δὲν ἔχει ἀντιληφθεῖ τίποτα. Χωρὶς νὰ τὸ ξέρει, ἔχει γίνει ὄργανο τῆς πλάνης καὶ τοῦ διαβόλου.Τὴν ἴδια ὥρα βρισκόταν στὸν Ναὸ κι ἕνας ἁμαρτωλὸς τελώνης, ὅπως ἀκούσαμε. Πῆγε κι αὐτὸς νὰ προσευχηθεῖ. Δὲν εἶχε ὅμως νὰ προβάλει ἀρετές. Στὴ σκέψη του ἔρχονταν μόνο οἱ ἁμαρτίες ποὺ εἶχε διαπράξει· καὶ δὲν ἦταν λίγες: κλοπές, ἀπειλές, ἀδικίες, ψεύδη, πλεονεξία, ἴσως καὶ ἄλλα χειρότερα. Στάθηκε λοιπὸν μὲ συστολὴ σὲ μιὰ γωνιὰ τοῦ Ναοῦ, χωρὶς νὰ ὑψώνει τὸ βλέμμα του στὸν οὐρανό. Χτυποῦσε δὲ μὲ συντριβὴ τὸ στῆθος του, τὸν τόπο τῆς ἀκάθαρτης καρδιᾶς του, καὶ μιὰ κραυγή μετάνοιας ἔβγαινε συνεχῶς ἀπὸ τὰ χείλη του: «Ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ». Θεέ μου, λυπήσου με τὸν ἁμαρτωλό. Θεωροῦσε τὸν ἑαυτό του ἔνοχο, ἄξιο καταδίκης, ἁμαρτωλό, ἄθλιο.Ἴσως βέβαια ἀρκετοὶ ἀπὸ ἐμᾶς νὰ μὴν ἔχουμε διαπράξει τὰ ἁμαρτήματα τοῦ τελώνη. Ὡστόσο, ἂν κάνουμε μιὰ βαθιὰ ἐνδοσκόπηση στὴν καρδιά μας, θὰ διακρίνουμε ἐκεῖ «πλήθη πεπραγμένων δεινῶν», ὅπως ψάλλουμε τὶς Κυριακὲς τοῦ Τριωδίου (βλ. Ὄρθρο Κυριακῆς Τελώνου καὶ Φαρισαίου). Γιὰ ὅλα δὲ αὐτὰ τὰ δεινὰ εἴμαστε ὑπεύθυνοι ἐμεῖς. Ἑπομένως ἂς ἐξετάζουμε μὲ ἐπιμέλεια τὸν ἑαυτό μας, ἰδιαίτερα τὴν περίοδο αὐτή. Ἂς μὴ διστάζουμε νὰ ὁμολογοῦμε μὲ μετάνοια τὶς ἁμαρτίες μας, τὴν ἀθλιότητά μας ἐνώπιον τοῦ Πνευματικοῦ στὴν ἱερὰ Ἐξομολόγηση, καὶ ἂς ἀποδίδουμε τὶς εὐθύνες στὸν ἑαυτό μας, στὶς ἐμπαθεῖς διαθέσεις τῆς καρδιᾶς μας, ὄχι στοὺς ἄλλους. Μέσα μας βρίσκεται ὁ ἔνοχος.Ὁ πρῶτος, ἀκριβὴς τηρητὴς τοῦ Νόμου· ὁ δεύτερος, παραβάτης στὰ περισσότερα. Ὁ ἕνας, ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ὅπως νόμιζε· ὁ ἄλλος, ὑπόδουλος στὴν ἁμαρτία, ὅπως αἰσθανόταν. Ὁ Φαρισαῖος ἔδειχνε «τέλειος»· ὁ τελώνης μᾶλλον ἕνας «ἄθλιος». Τέτοια ἐντύπωση εἶχε ὁ καθένας γιὰ τὸν ἑαυτό του. Ποιά ἦταν ὅμως ἡ κρίση τοῦ Θεοῦ; Ὁ Θεὸς δέχθηκε τὴ μετάνοια τοῦ τελώνη καὶ τὸν δικαίωσε, ἑνῶ ὁ Φαρισαῖος κατακρίθηκε. Διότι «πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται», τόνισε στὸ τέλος τῆς παραβολῆς ὁ Χριστός. Ὅποιος ὑψώνει τὸν ἑαυτό του, θὰ ταπεινωθεῖ καὶ θὰ κατακριθεῖ ἀπὸ τὸν Θεό. Ἀντίθετα, ὅποιος ταπεινώνει τὸν ἑαυτό του, θὰ ὑψωθεῖ καὶ θὰ τιμηθεῖ ἀπὸ Αὐτόν.Τὸ κριτήριο λοιπόν, μὲ τὸ ὁποῖο κρίνει ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπο, εἶναι ἡ ταπείνωση. Ὁ ταπεινὸς ἄνθρωπος νιώθει τὸν ἑαυτό του τιποτένιο, εὐτελή, ἄθλιο. Ἴσως καὶ στοὺς ἄλλους νὰ φαίνεται ἀδύναμος καὶ ἄσημος. Αὐτὸ ὅμως εἶναι τὸ μεγαλεῖο του. Διότι ἔτσι ἑλκύει τὴ Χάρι τοῦ Θεοῦ, ἀκόμη κι ἂν ἔχει παρασυρθεῖ σὲ μεγάλες πτώσεις. Μὲ τὴ μετάνοιά του κερδίζει τελικὰ τὴ δικαίωση καὶ τὴ σωτηρία. Οὐράνιος ἀνεμοστρόβι­λος εἶναι ἡ ταπείνωση, γράφει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης· «σίφων οὐράνιος» (Κλῖμαξ, κε΄ 67), ὁ ὁποῖος ἀνυψώνει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν ἄβυσσο τῶν ἁμαρτημάτων στὴ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν.Ἀπὸ σήμερα λοιπόν, ἀρχὴ τοῦ Τριωδίου, ἂς βάλουμε τὴν ταπείνωση ὡς θεμέλιο στὸν πνευματικό μας ἀγώνα· διότι αὐτὴ εἶναι τὸ μονοπάτι ποὺ ὁδηγεῖ στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ· ἡ ἀσφαλὴς ὁδὸς τῆς σωτηρίας μας.ΑΜΗΝ.Ἀδελφότης Θεολόγων «Ὁ Σωτήρ»